Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016







Στο καλύβι του Αριά 
Δήμητρα Καπελούζου-Βασιλάκη
εκδ. Διώνη, 2004



Αποτέλεσμα εικόνας για στο καλυβι του αρια


Ανοίγοντας το βιβλίο της Καπελούζου-Βασιλάκη νιώθω στο αυτί μου το σαρδόνιο γέλιο του Μ. Ποιου Μ.; Του Μ.Καραγάτση ασφαλώς.
 "Μα καλά δεν το βλέπεις; Είναι η χαρακτηριστική περίπτωση της γυναίκας συγγραφέα."
 Δεν χρειάζεται να ρωτήσω τι εννοεί. Ακόμα θυμάμαι τις κουβέντες του. Οι γυναίκες δεν έχουν αρκετή φαντασία για να αναπτύξουν ένα μυθιστόρημα. Ένα βιβλίο γράφουν καλά. Και αυτό είναι το βιβλίο της ζωής τους. Ή της μάνας τους. Ή της γιαγιάς τους.
"Μα αν σε είχα ακούσει αγαπητέ μου, πολύ αγαπητέ μου Μ., δεν θα είχα ποτέ διαβάσει τη "Λωξάντρα" της Μαρίας Ιορδανίδου.
"Ε, και; Δεν ήταν δα και Καζαντζάκης."
"Μμμ. Ναι. Δεν ήταν Καζαντζάκης. Αλλά δεν θυμάμαι ποτέ να διασκέδασα τόσο με τον Καζαντζάκη. Και ταυτόχρονα να γεμίζω πίστη στη ζωή και αισιοδοξία."
Με κοιτάζει απογοητευμένος.
"Ε, ας σε αφήσω λοιπόν στην αισιοδοξία σου"μου λέει και με αφήνει με την Καπελούζου.
Η Καπελούζου δεν κάνει καμία προσπάθεια να μην τον επιβεβαιώσει.
Κερκυραία. Συνταξιούχος. Δασκάλα. Αντί να ξεκινήσει να περπατάει τη διαδρομή Ανεμόμυλος-ΝΑΟΚ και να πίνει το τσάι της στα κομψά τραπεζάκια του Ζήσιμου αποφασίζει να ασχοληθεί με τη μετάφραση και τη συγγραφή.

Αποτέλεσμα εικόνας για στον ανεμοστρόβιλο του ξεριζωμού
Δήμητρα Καπελούζου-Βασιλάκη

Η γλώσσα της είναι η απλή, στρωτή γλώσσα που αγαπούν όλες οι δασκάλες του κόσμου.Εύκολα κατανοητή. Ρέει αβίαστα και φυσικά.
Η ιστορία της είναι η ιστορία της μητέρας της, της Νίτσας Πουλιάση.
Ο Μ. ακούγεται από μακριά να ξεροβήχει.

Αποτέλεσμα εικόνας για κερκυραικος ελαιωνασ

Η Νίτσα γεννήθηκε σε ένα απομακρυσμένο χωριό στη βόρεια Κέρκυρα γύρω στα 1910. Κακή εποχή να είσαι γυναίκα. Κακή εποχή να είσαι φτωχός. Και η Νίτσα τα έχει και τα δύο. Αλλά έχει και την πρόσθετη ατυχία να είναι η "κόρη του Κοκόλη". Ενός άντρα-παιδιού. Που μεγάλωσε ορφανό από πατέρα και εγκαταλελειμμένο από μάνα, μόνο του, με τα μεγαλύτερα αδέλφια του. Η μάνα λίγα σπίτια πιο πέρα στο ίδιο χωριό, παντρεμένη με νέο άντρα και γεννώντας νέα παιδιά.
Ο Κοκόλης θέλει να ζήσει τη ζεστασιά της οικογένειας. Η ματιά του πέφτει πάνω στη χαμηλοβλεπούσα κόρη του Μπούα. Και στο κτηματάκι της. Εκείνος παίζει βιολί στα πανηγύρια, γυρνάει στις ταβέρνες και διασκεδάζει τον κόσμο. Εκείνη ξυπνάει από το χάραμα για να φυλάξει τα πρόβατά της και να μαζέψει τις ελιές της. Ο γάμος τους -με σύγχρονους όρους- έχει πρόβλημα timing. Πολύ γρήγορα ο Κοκόλης ερωτεύεται άλλη, φεύγει από το σπίτι, ζητά διαζύγιο (σε μια εποχή που κανένας δεν χωρίζει), ξαναερωτεύεται μια τρίτη. Έχουν προλάβει όμως να γεννηθούν δυο παιδιά.
Η Σοφιά και η Νίτσα.
Όσο είναι παιδιά δεν νοιάζονται που είναι θηλυκά και φτωχά.
Έχουν τη  μάνα τους, το διπλό τους το κρεββάτι και κάθε βράδυ κοιμούνται σφιχταγκαλιασμένες.
Τα μάτια της Νίτσας πέφτουν πάνω στην αρχόντισα, την αδελφή του Ζαβιτσιάνου του πολιτικού.
"Θέλω να γίνω κι εγώ αρχόντισα"
Η μάνα την προσγειώνει.
"Αρχόντισα δεν γίνεσαι. Γεννιέσαι. Κι εσύ γεννήθηκες η κόρη του Κοκόλη του βιολιτζή."
"Α, καλά".
Αποτέλεσμα εικόνας για δασκαλα ρετρο
Η ματιά της τώρα πέφτει στην όμορφη δασκάλα του χωριού.
"Η δασκάλα είναι κόρη του Ζαβιτσιάνου;"
"Όχι."
"Είναι κόρη κανενός άλλου άρχοντα;"
"Όχι. Είναι από την Κορακιάνα, από ένα χωριό της Κέρκυρας."
"Χωριάτισα, δηλαδή. Σαν εμένα. Ε, τότε θα γίνω δασκάλα."

Όλα της δείχνουν ότι δεν πρέπει να ονειρεύεται. Οι σπουδές δεν είναι για τους χωριάτες, δεν είναι για τους φτωχούς, δεν είναι για τα κορίτσια και δεν είναι και για την κόρη του Κοκόλη.
Όμως η Νίτσα έχει δει τον εαυτό της μέσα στα λευκά γοβάκια της δασκάλας καθώς κουνά την ξύλινη μπαγκέτα της και διδάσκει στα παιδιά ωδική.
Το βιβλίο της Καπελούζου είναι η Οδύσσεια της Νίτσας.
Με τη διαφορά ότι ο Οδυσσέας δεν βασανίστηκε τόσο. Είχε την Κίρκη, την Καλυψώ να τον παρηγορούν.
Αποτέλεσμα εικόνας για ελληνικα σχολεια ασπρομαυρες φωτο

Η Νίτσα για να καταφέρει να γίνει δασκάλα χρειάστηκε να πηγαίνει σχολείο σε μακρινά χωριά, να πεινάσει για να εξοικονομήσει το νοίκι της, να υποστεί ταπεινώσεις από σπιτονοικοκυρές που της φέρονται σαν δουλάκι, να κρυώσει, αφού δεν είχε λεφτά να αγοράσει ζακέτα. Για παλτώ ούτε λόγος.
Μέσα από την ιστορία της Νίτσας βλέπουμε τη μεγάλη διαδρομή που χρειάστηκε να κάνει η Ελλάδα για να προοδεύσει, για να μπορεί να περηφανεύεται ότι ανήκει στις χώρες του Δυτικού κόσμου.
Μια Ελλάδα που δεν ξέρει να διαβάσει, που υπογράφει με σταυρό, που σταυροκοπιέται σε κάθε ευκαιρία, που τρέχει στις μάγισσες και τις μάντισες, που η γυναίκα είναι αντικείμενο σαν την κατσίκα ή τον κόκορα στο κοτέτσι. Μια Ελλάδα που δεν μιλάει απαραίτητα ελληνικά, που χτίζει σπίτια από λάσπη και κοπριά, που τρώει κατάχαμα, με τα χέρια, μέσα από κατσαρόλες με ρύζι.
 Η αγράμματη γυναίκα που δουλεύει όλη τη μέρα στις ελιές της δεν μπορεί να συνδιαλαγεί με τον έμπορο για την τιμή του λαδιού. Η Μπούα αναγκάζεται να έχει σαν εκπρόσωπό της τον άντρα που σιχαίνεται, τον ίδιο που την έχει εγκαταλείψει με δυο μικρά παιδιά, που την έχει εξευτελίσει στο χωριό τους, που ζει με άλλη γυναίκα, που κακοδιαχειρίζεται τα χρήματά της.
Αποτέλεσμα εικόνας για κερκυραικος ελαιωνασ

Η Επίσκεψη στην Κέρκυρα, η Κλεισούρα στην Ήπειρο, μοιάζουν με σκοτεινό χωριό τζιχαντιστών.
Πόσο δρόμο έχεις κάνει Ελλαδίτσα.
Χάρη σε Νίτσες. Χάρη σε αδελφές και μανάδες που τις στήριξαν. Χάρη σε ευεργέτες που τους έδωσαν χρήματα όταν οι θυσίες δεν άρκεσαν.  Που έκαναν την υπέρβαση. Γιατί ονειρεύτηκαν τη ζωή τους με λευκά γοβάκια.
"Oh, mon Dieu. Πόσο μελό γίνεσαι" κοροιδεύει ο Μ.
"Oh mon Dieu;" του απαντώ. "Η Νίτσα θα έλεγε καλύτερα "Σ΄ευχαριστώ Θεέ μου και κάθε μέρα στο λοιπό του βίου μου θα σε ευχαριστώ και θα διαλαλώ παντού τη χάρη σου"
Και αυτό ακριβώς κάνει και η κόρη της με το βιβλίο της.


Αποτέλεσμα εικόνας για old corfiot village



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου