Πέμπτη 3 Ιουλίου 2014

«Ένας μπολσεβίκος στην κουζίνα του Τσάρου»(«The kitchen Boy»)

«Ένας μπολσεβίκος στην κουζίνα του Τσάρου»(«The kitchen Boy»)
ΡΟΜΠΕΡΤ ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ
 Εκδόσεις Κέδρος, 2007
Μτφ.Εμμανουέλα Αλεξομανωλάκη



Είμαι από εκείνους που πρεσβεύουν ότι ο ιδανικός τρόπος να διδαχτείς ιστορία είναι μέσα από λογοτεχνικά κείμενα. Όμως εκείνος που θα αγοράσει το συγκεκριμένο βιβλίο προκειμένου να μάθει κάτι παραπάνω για τη ρωσική επανάσταση ή τη διακυβέρνηση του τελευταίου τσάρου της Ρωσίας, θα απογοητευτεί. Στην πρώτη σελίδα γράφεται με κεφαλαία γράμματα πως πρόκειται για Μυθιστόρημα. Και είναι αυτό. Και μόνο αυτό. Αν εξαιρέσει κανείς τις επιστολές των μελών της βασιλικής οικογένειας, του Ρασπούτιν και των Ρώσων επαναστατών, που αποτελούν και τα μόνα πραγματικά στοιχεία που παρατίθενται στο βιβλίο, όλα τα υπόλοιπα αποτελούν προϊόν της φαντασίας του συγγραφέα ενισχυμένα βέβαια από γνώσεις που προκύπτουν από έρευνα (είναι πλήθος οι βιβλιογραφικές παραπομπές στο τέλος του βιβλίου) συγγραμμάτων και πηγών που αφορούν στις τελευταίες μέρες του Τσάρου Νικόλαου.
Πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι ένας πλούσιος ρώσος μετανάστης, ο οποίος μετά τη ρωσική επανάσταση διαφεύγει στην Αμερική και, λίγο πριν το θάνατό του, αποφασίζει να διηγηθεί στην εγγονή του το μυστικό του. Διατείνεται πως είναι ο Λεόνκα, ο νεαρός υπηρέτης που είχε τεθεί στην υπηρεσία των Ρομανώφ, κατά τον περιορισμό τους από τους μπολσεβίκους  στην οικία Υπατίεφ στο Αικατερίνμπουργκ και αρχίζει να περιγράφει τις μέρες που έζησε δίπλα στην αυτοκρατορική οικογένεια μέχρι τη δολοφονία τους.  
Το θετικό στοιχείο του βιβλίου είναι πως, ενώ το τέλος είναι γνωστό, ο συγγραφέας πετυχαίνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη ως το τέλος.  Ναι, οι Ρομανώφ στο τέλος δολοφονούνται. Αλλά μέχρι την τελευταία στιγμή υπάρχουν υπόνοιες ότι κάποιος ή και περισσότεροι διασώζονται. Αν και ο συγγραφέας προσπαθεί να δώσει ένα τέλος ανατρεπτικό, φοβάμαι ότι ο μεταφραστής ήδη με τον τίτλο τον προδίδει.
Ο Αλεξάντερ δεν ενδιαφέρεται για την πολιτική ή την ιστορική αλήθεια. Επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στην περιγραφή της καθημερινότητας της αυτοκρατορικής οικογένειας και μέσα από αυτή σκιαγραφεί τους χαρακτήρες των μελών της και τις μεταξύ τους σχέσεις. Ο τσάρος Νικόλαος περιγράφεται σαν ένας ιδιαίτερα στοργικός και εκδηλωτικός πατέρας και σύζυγος. Είναι ιστορικά γνωστό ότι ο γάμος του με την Αλεξάνδρα δεν ήταν γάμος συμφωνίας όπως συνηθιζόταν στις βασιλικές οικογένειες, αλλά ένα πραγματικό χολυγουντιανό love story. Η Αλεξάνδρα, ορφανή από μικρή, μεγάλωσε κοντά στη γιαγιά της βασίλισσα Βικτωρία της Αγγλίας, η οποία, αν και της είχε αδυναμία, δεν ενέκρινε τον εφηβικό της έρωτα για τον Νικόλαο. Ούτε και ο πατέρας του Νικόλαου συναινούσε σε έναν τέτοιο γάμο. Ωστόσο οι δυο νέοι  υπήρξαν σταθεροί και επίμονοι στα αισθήματά τους και μετά το θάνατο του τσάρου κατάφεραν να παντρευτούν.
Οι προοπτικές που ανοίγονταν μπροστά τους φαίνονταν απεριόριστες. Ήταν νέοι,  ηγέτες μιας από τις μεγαλύτερες αυτοκρατορίες του κόσμου και πολύ αγαπημένοι. Γρήγορα απέκτησαν τέσσερεις κόρες και έναν γιο. Ο διάδοχος του θρόνου πρίγκιπας Αλεξέι γεννιέται αιμοφιλικός. Στις πολλές κρίσεις της ασθένειάς του ο μόνος που φαίνεται να μπορεί να βοηθήσει είναι ένας καλόγερος με μάτια πυρετικά : Ο Ράσπουτιν. Κερδίζει την εμπιστοσύνη της Τσαρίνας και του κύκλου της. Η αυξανόμενη επιρροή του στο αυτοκρατορικό ζευγάρι γεννά το μίσος των ρώσων υπηκόων που συκοφαντούν την Αλεξάνδρα για ύποπτες σχέσεις με τον καλόγερο. Βοηθάει βέβαια και ο αυταρχικός τρόπος διακυβέρνησης του Νικόλαου, οι συνεχείς πόλεμοι, οι ήττες, η φτώχια και η πείνα.

Ο Νικόλαος μέσα από το βιβλίο, αλλά και από τις άπειρες φωτογραφίες που διασώζονται, φαίνεται εξαιρετικός οικογενειάρχης και ζεστός άνθρωπος. Αν ζούσε στη σύγχρονη εποχή τα lifestyle περιοδικά θα έκαναν εξώφυλλο αυτόν, τις φωτογενείς κόρες του και τα εγγόνια του. Το πρόβλημα των Ρομανώφ ήταν ότι γεννήθηκαν την εποχή των επαναστάσεων. Έξω από τα τείχη της αυλής τους οι μπολσεβίκοι ξεσηκώνουν το λαό σε επανάσταση και εκείνοι –σαν τη συγγένισά τους Μαρία Αντουανέτα- τρώνε το παντεσπάνι τους. Νικόλαος και Αλεξάνδρα δεν έχουν τα αντανακλαστικά ή την οξυδέρκεια να αντιληφθούν την αλλαγή των καιρών και να προσαρμοστούν σε αυτή. Έχουν ανατραφεί για να ηγούνται μιας αυτοκρατορίας και δεν φαίνεται να βλέπουν ότι στην εποχή που ζουν αμφισβητείται ο ίδιος ο θεσμός της. Σαστισμένοι απορούν για το μίσος στα μάτια των φρουρών τους, στα μάτια των πρώην υπηκόων τους. Η Αλεξάνδρα στις επιστολές της, εκεί που δεν έχει να κρυφτεί από κανέναν, γράφει πως νιώθει σαν μητέρα των Ρώσων. Όμως ενώ για τα πέντε της παιδιά είναι μητέρα υποδειγματική, για τους Ρώσους είναι καταπιεστική και απόλυτη.
Ο Αλεξάντερ επιλέγει να δείξει μόνο τη θετική τους πλευρά. Ο Νικόλαος έχει αγαθά μάτια. Η Αλεξάνδρα είναι ανασφαλής, πιστή για τους φίλους της, ψυχρή κι απόμακρη για τους υπόλοιπους. Μεγαλώνει τα παιδιά της με βρετανική πειθαρχία. Ακόμα και τις μέρες του εγκλεισμού τους, τους επιβάλλει μια αυστηρή ρουτίνα δράσης που περιλαμβάνει διάβασμα, παιχνίδι, προσευχή, στρώσιμο των κρεβατιών, ράψιμο. Η Αναστασία είναι ένα χαριτωμένο πειραχτήρι,ο Τσάρεβιτς ένα καλόψυχο, βασανισμένο από την αρρώστια παιδί που λαχταράει να παίξει, η Τατιάνα, η Όλγα και η Μαρία είναι καλοαναθρεμμένες, ολιγαρκείς και ευγενικές ακόμα και με τους δεσμοφύλακές τους  Όλη η οικογένεια έχει καρτερικότητα και βαθιά πίστη στο Θεό. Μέχρι και την ίδια την ώρα της δολοφονίας έχουν την ελπίδα ότι οι Λευκοί αντεπαναστάτες θα σπεύσουν να τους απελευθερώσουν. Γι΄αυτό και στο υπόγειο της οικίας Υπατίεφ κατεβαίνουν φορώντας ραμμένα στα ρούχα τους όλα τα τιμαλφή τους. Μια πρόνοια για να τους βοηθήσει τον πρώτο καιρό της απελευθέρωσή τους. Τους βοηθάει με τρόπο διαφορετικό. Τα πετράδια λειτουργούν σαν αλεξίσφαιρα για τις νεαρές πριγκήπισες. Όχι για πολύ. Οι μπολσεβίκοι θα βιαστούν να τις αποτελειώσουν με πιο άμεσο και βίαιο τρόπο.
Το περίεργο με το «Kitchen Boy» είναι ότι, αν και ο Αλεξάντερ έχει σπουδάσει στο Λένιγκραντ, έχει ταξιδέψει στη Ρωσία και έχει μελετήσει τη γλώσσα και τον πολιτισμό της, το βιβλίο έχει μια «αμερικανικότητα». Είναι σαν να βλέπεις σαπουνόπερα ή εκπομπή της Oprah Winfrey. Τα πιο αποτρόπαια, τα πιο τραγικά παρουσιάζονται επιδερμικά. Οι Ρομανώφ μας περιγράφονται συμπαθείς, αλλά σαν χαρακτήρες βιβλίου δεν φτάνουμε να τους αγαπήσουμε, πόσο μάλλον να ταυτιστούμε με τις σκέψεις και τα αισθήματά τους. Η δολοφονία περιγράφεται με ζωηρότητα, αλλά παρά την καμένη σάρκα και τα χυμένα μυαλά , δεν μας γεννιέται φρίκη. Και το τέλος είναι σαν να είναι γραμμένο για μελλοντική μεταφορά του βιβλίου σε ταινία. Αμερικάνικου κινηματογράφου.









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου